Ινστιτούτο Κύπρου: Γιατί είναι μικρός oκίνδυνος εκτεταμένης Επιδημίας Δάγκειου Πυρετού στην Κύπρο

Ερευνητές από το Ινστιτούτο Κύπρου (ΙΚυ) ανέπτυξαν ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την πρόβλεψη του κινδύνου εμφάνισης ασθενειών που προκαλούνται από το κουνούπι τίγρης. Σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση που δημοσιεύθηκε στην πλατφόρμα VEClim (https://veclim.com), το κουνούπι τίγρης μπορεί να είναι ενεργό όλο το χρόνο στην Κύπρο, αλλά ο κίνδυνος μετάδοσης τοπικών ασθενειών είναι χαμηλός κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αν και είναι απίθανο, ένα ενδεχόμενο ξέσπασμα θα επηρεάσει λιγότερα από 10 άτομα.

Το ασιατικό κουνούπι τίγρης είναι ένα από τα πιο επεμβατικά είδη στον κόσμο και επεκτείνει συνεχώς την εξάπλωσή του στην Ευρώπη, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Το κουνούπι τίγρης αποτελεί δραστικό φορέα του ιού του δάγκειου πυρετού, μεταξύ πολλών άλλων, και  ευθύνεται για τις επιδημίες σε χώρες όπως η Κροατία, Γαλλία, Ισπανία και Ιταλία από το 2010.

Ερευνητές του Ινστιτούτου Κύπρου είναι ανάμεσα στους πρώτους που προέβλεψαν την καταλληλόλητα του κυπριακού κλίματος για την άφιξη και εγκατάσταση πληθυσμών κουνουπιών τίγρης και ήταν επίσης ανάμεσα στους πρώτους που κατέγραψαν την άφιξή του στη Λεμεσό το 2022. Η άφιξη του κουνουπιού τίγρης αποτελεί προειδοποιητική ένδειξη για την παρακολούθηση της ενδεχόμενης εμφάνισης τυχόν παθογόνων μικροοργανισμών που μεταδίδονται από αυτό. Το Υπουργείο Υγείας ηγείται μιας δυναμικής εκστρατείας ελέγχου των φορέων σε όλες τις πληγείσες περιοχές του νησιού. Μέχρι στιγμής, έχουν αναφερθεί μερικά σποραδικά κρούσματα δάγκειου πυρετού που οφείλονται σε ταξιδιώτες που κόλλησαν το παθογόνο βρισκόμενοι σε άλλη χώρα.

Στο πλαίσιο του προγράμματος VEClim, δημοσιεύθηκε πρόσφατα μια σειρά εκτιμήσεων στη διαδικτυακή πύλη https://veclim.com όπου αναλύεται ο δυνητικός κίνδυνος και οι επιπτώσεις έξαρσης μιας ασθένειας, εάν επιτραπεί στο κουνούπι τίγρης να επεκταθεί και να έχει μόνιμη παρουσία στη Λεμεσό. Με βάση τις μετεωρολογικές προβλέψεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μεσοπρόθεσμων Καιρικών Προβλέψεων (ECMWF), ο κίνδυνος εκδήλωσης επιδημίας στο νησί βρίσκεται στο χαμηλότερο ετήσιο επίπεδό του από τα τέλη Νοεμβρίου έως τις αρχές Μαρτίου. Στην απίθανη περίπτωση τοπικής μετάδοσης, ο αναμενόμενος αριθμός μολύνσεων είναι λιγότερος από 10 κατά την περίοδο αυτή. Ο πραγματικός κίνδυνος (και ο αντίκτυπος) αναμένεται να είναι ακόμη μικρότερος, αφού οι πληθυσμοί των κουνουπιών τίγρης δεν έχουν ακόμη εγκατασταθεί στο νησί.

Ο κίνδυνος έξαρσης μιας επιδημίας εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων. Το κουνούπι είναι ευαίσθητο στο κλίμα, πράγμα που σημαίνει ότι η αύξηση του αριθμού του και η δραστηριότητά του εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις καιρικές συνθήκες και άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η θερμοκρασία, οι βροχοπτώσεις και οι καθημερινές μας δραστηριότητες – όπως το να αφήνουμε φλιτζάνια και δοχεία αφύλακτα και ακάλυπτα – επηρεάζουν την πιθανότητα το κουνούπι να μεταδώσει έναν εισαγόμενο ιό στον κυπριακό πληθυσμό.

Η πλατφόρμα VEClim προβάλλει τα εποχιακά μοτίβα δραστηριότητας και τις βραχυπρόθεσμες προβλέψεις του αριθμού και της δραστηριότητας των κουνουπιών τίγρης, καθώς και τον αναμενόμενο κίνδυνο και αντίκτυπο της επιδημίας σε ολόκληρη την Ευρώπη και πέραν αυτής. Οι προγραμματισμένες μελλοντικές προσθήκες στην πλατφόρμα

περιλαμβάνουν (i) μακροπρόθεσμες μελλοντικές προβλέψεις βάσει σεναρίων κλιματικής αλλαγής, (ii) εκτιμήσεις για συγκεκριμένες περιοχές σχετικά με προτεινόμενες δραστηριότητες ελέγχου των φορέων και βέλτιστες πρακτικές και (iii) ευρύτερη κάλυψη των ειδών φορέων. Εκτός από το κουνούπι τίγρης, το VEClim θα παρουσιάσει σύντομα αξιολογήσεις για τις μύγες της άμμου (φορείς της λεϊσμανίασης), το κουνούπι του κίτρινου πυρετού (που έφτασε πρόσφατα στο νησί) και τα συνήθη οικιακά κουνούπια (κύριοι φορείς του ιού του Δυτικού Νείλου).

Σαφέστατα, η ενσωμάτωση τέτοιων εργαλείων προβλέψεων σε ολοκληρωμένα συστήματα ελέγχου των φορέων και έγκαιρης προειδοποίησης, αναμένεται ότι θα βοηθήσει στο σχεδιασμό βέλτιστων στρατηγικών διαχείρισης με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, χαμηλότερο κόστος και μειωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Το VEClim είναι ένα υποστηρικτικό σύστημα λήψης αποφάσεων έγκαιρης προειδοποίησης που υποστηρίζεται από το Wellcome Trust, του Ηνωμένου Βασιλείου, και υλοποιείται από το Κέντρο Αριστείας για την Κλιματική και Ατμοσφαιρική Έρευνα, (CARE-C) του Ινστιτούτου Κύπρου. Το VEClim είναι ένα πρόγραμμα ανάπτυξης ψηφιακών τεχνολογιών για τη μοντελοποίηση κλιματικά ευαίσθητων μολυσματικών ασθενειών και αποσκοπεί στη βελτίωση της πρόβλεψης και της διαχείρισης των ασθενειών που μεταδίδονται με φορείς, με τη χρήση κλιματικά ευαίσθητης γεωγραφικής μοντελοποίησης που βασίζεται σε δεδομένα, για την απεικόνιση των πληθυσμών των φορέων και τη μετάδοση των ασθενειών.

————————————

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον ερευνητή του προγράμματος VEClim: Kamil Erguler ([email protected]), Αναπληρωτής Επιστημονικός Ερευνητής, Κέντρο Αριστείας για την Κλιματική και Ατμοσφαιρική Έρευνα (CARE-C), Ινστιτούτο Κύπρου.

Το VEClim υποστηρίζεται από το Wellcome Trust (226065/Z/22/Z).

 Αξιολόγηση του κινδύνου και των επιπτώσεων της επιδημίας στη Λεμεσό

Η παρακάτω αξιολόγηση για τη Λεμεσό προέρχεται από την πλατφόρμα VEClim στις 4 Δεκεμβρίου. Δεδομένου ότι οι προβλέψεις υποθέτουν έναν φυσικά αυξανόμενο πληθυσμό κουνουπιών, ο πραγματικός κίνδυνος είναι χαμηλότερος λόγω της υφιστάμενης εκστρατείας ελέγχου των φορέων.

Κίνδυνος έξαρσης από τον Σεπτέμβριο του 2023 έως τον Μάρτιο του 2024. Το σχήμα παρουσιάζει τον αναμενόμενο αριθμό των περιπτώσεων ( από 100) που ένα εισαγόμενο κρούσμα οδηγεί σε τοπικές λοιμώξεις. Για παράδειγμα, εάν ένας μεταδοτικός ταξιδιώτης που έχει μολυνθεί φτάσει στο νησί στις 16 Νοεμβρίου 2023, η VEClim προβλέπει ότι η πιθανότητα εμφάνισης τοπικού κρούσματος είναι περίπου 40% (η κόκκινη γραμμή). Η μαύρη γραμμή αντιστοιχεί στους δεκαετείς μέσους όρους μεταξύ 2010 και 2020. Η πράσινη, η πορτοκαλί και η κόκκινη γραμμή αντιστοιχούν στις προβλέψεις για το 2023 και το 2024. Σημειώνουμε ότι, αν και ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου είναι χαμηλός, είναι υψηλότερος από τον δεκαετή μέσο όρο, ο οποίος είναι περίπου 24%.

Επιπτώσεις ενός εισαγόμενου κρούσματος από τον Σεπτέμβριο του 2023 έως τον Μάρτιο του 2024. Το σχήμα δείχνει τον αναμενόμενο αριθμό τοπικών λοιμώξεων ως αποτέλεσμα ενός εισαγόμενου κρούσματος. Για παράδειγμα, εάν ένα μεταδοτικό άτομο φτάσει στο νησί στις 16 Νοεμβρίου 2023, η πλατφόρμα VEClim προβλέπει ότι κατά μέσο όρο λιγότερα από 4 επιπλέον άτομα είναι πιθανό να κολλήσουν τη λοίμωξη τις επόμενες 60 ημέρες (πριν από τις 15 Ιανουαρίου 2024).