Δρ Πόπη Κανάρη: Ο ασθενής και τα θεμιτά δικαιώματα του στο επίκεντρο της πολιτικής του ΓεΣΥ

Της Δρος Πόπης ΚΑΝΑΡΗ*

Τέσσερα χρόνια μετά την εφαρμογή του το ΓεΣΥ παραμένει χωρίς αμφιβολία  µία από τις σημαντικότερες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη φιλοσοφία του οποίου ο Πρόεδρος κ. Νίκος Χριστοδουλίδης και εγώ προσωπικά, θα στηρίξουμε και θα ενισχύσουμε.

Στόχος του ΓεΣΥ είναι η διασφάλιση μιας ανθρωποκεντρικής και καθολικής πρόσβασης σε ένα ολοκληρωμένο πακέτο υπηρεσιών φροντίδας υγείας, προάγοντας την κοινωνική αλληλεγγύη και καταργώντας τις κοινωνικές ανισότητες.

Για την υλοποίηση του ΓεΣΥ και τη διασφάλιση ενός ολοκληρωμένου και ποιοτικού πακέτου υπηρεσιών υγείας, έχουν συμβάλει ουσιαστικά οι παροχείς υπηρεσιών φροντίδας υγείας καθώς και οι προμηθευτές ιατροφαρμακευτικών προϊόντων. Συγκεκριμένα, η συντριπτική πλειοψηφία των επαγγελματιών υγείας έχει επιδείξει έμπρακτα το ενδιαφέρον της με τη συνεχώς αυξανόμενη συμμετοχή της στο ΓεΣΥ, υποστηρίζοντας έτσι την ποσοτική και γεωγραφική του επάρκεια σε προσωπικούς ιατρούς, περιλαμβανομένων υπηρεσιών εφημερίας, ειδικούς ιατρούς, φαρμακεία, κλινικά εργαστήρια, νοσηλευτήρια, υπηρεσίες ασθενοφόρων, υπηρεσίες νοσηλευτικής, φυσιοθεραπείας, εργοθεραπείας, λογοθεραπείας, κλινικής διαιτολογίας, κλινικής ψυχολογίας, ανακουφιστικής φροντίδας και αποκατάστασης.

Ο συνεχής εμπλουτισμός του εύρους των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας από την έναρξη της εφαρμογής του ΓεΣΥ, έχει τύχει σημαντικής αναγνώρισης από τους ασθενείς, όπως καταδεικνύουν οι μηχανογραφημένες αναφορές χρήσης του συστήματος.

Με το ΓεΣΥ, όλοι οι δικαιούχοι διαθέτουν ένα ηλεκτρονικό ιατρικό ιστορικό, το οποίο ενημερώνεται συνεχώς με ιατρικές πληροφορίες που υποχρεωτικά καταχωρούν οι παροχείς υγείας, επιτρέποντας την άμεση πρόσβαση στο ιατρικό τους ιστορικό, τόσο το δικό τους όσο και των ανήλικων παιδιών τους.

Αναμφίβολα, η υλοποίηση του ΓεΣΥ και η προσπάθεια επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί ήταν και ακόμη είναι μια νέα πρόκληση, ιδιαίτερα  κατά τα τρία τελευταία χρόνια που συνέπεσε με την πανδημία  Covid-19. Σε αυτή την περίοδο, κατά τη νηπιακή φάση του ΓεΣΥ, το κράτος κλήθηκε να επικεντρωθεί στη διαχείριση της πανδημίας κάτω από συνθήκες που δεν επέτρεψαν την υιοθέτηση των ενδεικνυόμενων δικλείδων που να διασφαλίζουν τη σωστή εποπτεία και παρακολούθηση με ποιοτικά κριτήρια.  Για την ποιοτική εξέλιξη μιας τόσο σημαντικής μεταρρύθμισης στον τομέα της υγείας υπάρχει η αδήριτη ανάγκη της συνεχούς αξιολόγησης των υφιστάμενων διαδικασιών και πρακτικών.

Το Υπουργείο Υγείας, ως η αρμόδια εποπτική αρχή, αναγνωρίζει τις προκλήσεις αυτές και εργάζεται εντατικά για την αποτελεσματική διαχείρισή τους, με γνώμονα τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές στη χάραξη πολιτικών υγείας κατόπιν συστάσεων από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και τη Γενική Διεύθυνση Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και άλλων έγκριτων οργανισμών.  Απώτερος στόχος είναι να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν οι αδυναμίες, θέτοντας τον ασθενή και τα θεμιτά δικαιώματά του, καθολικά στο επίκεντρο της πολιτικής του με ταυτόχρονες λήψεις μέτρων για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ΓεΣΥ .

 Κάποιες από αυτές τις προκλήσεις είναι:

(α) Ο έλεγχος και εποπτεία  της  χρήσης του Συστήματος τόσο από τους παρόχους όσο και από τους δικαιούχους, σε ό,τι αφορά στην αποφυγή καταχρήσεων αλλά και στη διασφάλιση και αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών αποτελούν αναγκαιότητα. Για την επίτευξη του στόχου αυτού απαιτείται:

  • η διαφοροποίηση των μοντέλων αποζημίωσης των παρόχων στη βάση ποιοτικών κριτηρίων και δεικτών απόδοσης,
  • η προώθηση κινήτρων και αντικινήτρων όπου υπάρχει στρέβλωση της σχέσης ζήτησης – προσφοράς,
  • η καθιέρωση κλινικών κατευθυντήριων οδηγιών με τη σταδιακή ανάπτυξη θεραπευτικών πρωτοκόλλων. Η προσπάθεια αυτή αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω με τη συνεισφορά του Υπουργείου Υγείας, μέσω της ανάπτυξης Εθνικού Κέντρου Κλινικής Τεκμηρίωσης, έργο το οποίο ήδη προωθείται,
  • η αξιοποίηση λογισμικών εφαρμογών για την ενίσχυση της ταχύτητας και ακρίβειας στον εντοπισμό καταχρήσεων ή/και ασυνήθιστων συμπεριφορών.

(β) Η επάρκεια φαρμακευτικών και ιατροτεχνολογικών προϊόντων και πρόσβαση στα καινοτόμα φάρμακα αποτελεί επίσης σοβαρό θέμα. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφέρω ότι το Υπουργείο Υγείας προσβλέπει στην εξέταση και ένταξη των νέων και καινοτόμων φαρμάκων στον κατάλογο φαρμάκων του ΓεΣΥ, το συντομότερο δυνατόν, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την επάρκεια, ώστε η όλη διαδικασία χορήγησης φαρμάκων στους δικαιούχους, να αυτοματοποιηθεί, χωρίς να απαιτείται η υφιστάμενη γραφειοκρατική διαδικασία υποβολής, αξιολόγησης και λήψης απόφασης, στην οποία εμπλέκεται αριθμός Επιτροπών, Υποεπιτροπών και Συμβουλίων.

Ο ΟΑΥ, ως διά νόμου οργανισμός υπεύθυνος για την εφαρμογή παρακολούθησης και διαχείρισης του συστήματος έχει να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις και ταυτόχρονα να αξιολογήσει τον αναμενόμενο σφαιρικό προϋπολογισμό του και την αυξανόμενη προσυπολογιζόμενη Γενική Κρατική Συνεισφορά. 

Σε ότι αφορά τον Οργανισμό Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας η μεγαλύτερη πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει είναι αυτή της οικονομικής και διοικητικής αυτονομίας. 

Η ίδρυση του ΟΚΥπΥ βασίστηκε στην προϋπόθεση ότι το κράτος δύναται να καλύπτει διά χρηματοδότησης τυχόν ελλείμματα για πέντε χρόνια, δηλαδή μέχρι τις 31.5.24.  Ο ΟΚΥπΥ μέσω των Δημόσιων Νοσηλευτηρίων,  που είναι η ραχοκοκαλιά του ΓεΣΥ και με την ουσιαστική στήριξη του Υπουργείου Υγείας, κατάφεραν να διαχειριστούν την πανδημία επιτυχώς και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε αυτή την επιτυχία και να τους συγχαρούμε.  Τώρα είναι η ώρα όμως που ο ΟΚΥπΥ θα πρέπει να εντατικοποιήσει τις ενέργειές του για την οικονομική και διοικητική του αυτονόμηση.  Η εφαρμογή αποτελεσματικότερων μηχανισμών οργάνωσης και ελέγχων είναι επιβεβλημένη.  Ο ΟΚΥπΥ έχει αναλάβει την υλοποίηση αναπτυξιακών έργων στα Δημόσια Νοσηλευτήρια με χρηματοδότηση από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους περίπου 47.7 εκατομμυρίων.

Από αυτά τα έργα κάποια ολοκληρώθηκαν όπως η Δημιουργία Μονάδας Covid στο Γ.Ν. Αμμοχώστου ενώ άλλα θα πρέπει να ολοκληρωθούν σταδιακά μέχρι το 2026.  Τα έργα αυτά θα αναβαθμίσουν ουσιαστικά τα Δημόσια Νοσηλευτήριά μας όπως για παράδειγμα το Νέο Νοσοκομείο Ψυχικής Υγείας στην Αθαλάσσα. 

Συνάμα, το Υπουργείο Υγείας έχει να αντιμετωπίσει τις δικές του προκλήσεις και να αναπτύξει τη δική του πολιτική στον τομέα της υγείας και να εστιαστεί στον στρατηγικό, ρυθμιστικό και εποπτικό του ρόλο.

Αναμφίβολα, η συμβολή του Υπουργείου Υγείας είναι επιβεβλημένη για την επίτευξη δράσεων όπως:

(α) Η εισαγωγή νομοθετικών ρυθμίσεων, π.χ. εκσυγχρονισμός υφιστάμενων νομοθεσιών ή ετοιμασία νέων νομοσχεδίων αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα το ρυθμιστικό και εποπτικό ρόλο του Υπουργείου Υγείας.

(β) Ο στρατηγικός προγραμματισμός σε θέματα υγείας βάσει διεθνών επιστημονικών προτύπων αλλά και τοπικών δεδομένων.  Αυτό θα επιτευχθεί με τη συλλογή στοιχείων που αφορούν στο επίπεδο υγείας του γενικού πληθυσμού και των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας, αναδεικνύοντας το εκάστοτε ισοζύγιο μεταξύ ζήτησης και προσφοράς και ακολούθως την καταγραφή και ιεράρχηση προτεραιοτήτων.

(γ) Η διαπίστευση νοσηλευτηρίων ώστε να διασφαλιστεί η ποιοτική παροχή υπηρεσιών υγείας.

(δ) Η αντικατάσταση και αγορά νέου καινοτόμου ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού για την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.

(ε) Η διαχρονική αξιολόγηση των αναγκών υγείας και της επάρκειας των διαθέσιμων πόρων για την κάλυψή τους, έτσι ώστε να υπάρχει εμπεριστατωμένη καθοδήγηση στον τρόπο που το ΓεΣΥ θα προσαρμόζεται στις τρέχουσες ανάγκες.  Αυτό γινόταν στα πλαίσια του Σχεδιασμού των αναγκών και των δυνατοτήτων στον τομέα της υγείας στην Κύπρο (Capacity Planning) που καλύπτει την  αποφυγή ελλείψεων ή υπερπροσφοράς, διασφαλίζοντας έτσι την καλύτερη δυνατή οργάνωση και επάρκεια των παρεχόμενων υπηρεσιών, καθώς και την ομαλή ένταξη νέων επιστημόνων.

* Η Δρ Πόπη Κανάρη, είναι Υπουργός Υγείας