Του Κυριάκου Μικέλλη, προέδρου της ΚΕΦΕΑ

Η πρόσφατη είδηση, ότι το μειωμένο για φέτος κονδύλι της Επιτροπής Ονομαστικών Αιτημάτων έχει εκλείψει πριν συμπληρωθεί το πρώτο εξάμηνο του έτους και οι ασθενείς κινδυνεύουν να μείνουν δίχως καινοτόμες και εξειδικευμένες θεραπείες, εφόσον η ένταξή τους στο ΓεΣΥ εξακολουθεί να εκκρεμεί, συνοψίζει μάλλον καλύτερα από κάθε δήλωση την κατάσταση στον τομέα του φαρμάκου στο σύστημα υγείας της χώρας μας.

Η εφαρμογή του Γενικού Συστήματος Υγείας αποτέλεσε αναντίρρητα τη μεγαλύτερη και πιο σημαντική μεταρρύθμιση στον τομέα της Υγείας από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σε ό,τι αφορά τα φάρμακα, στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, οι συνθήκες παροχής και διαχείρισης φαρμάκων έχουν ομολογουμένως βελτιωθεί αισθητά. Παρά τις κατά καιρούς αλλαγές στην αποζημίωση και τους περιορισμούς που τίθενται στη συνταγογράφηση, η μεγάλη εικόνα είναι πως οι πολίτες έχουν σήμερα πρόσβαση σε περισσότερα του ενός φάρμακα ανά περίπτωση (συγκριτικά με το ένα μόνο φάρμακο του καταλόγου των δημόσιων νοσηλευτηρίων στο παρελθόν), ανάλογα με τη διάγνωση και επιλογή του θεράποντα ιατρού τους.

Με τις φαρμακευτικές εταιρείες και τους εισαγωγείς να έχουν αναλάβει την ευθύνη της διαχείρισης των φαρμάκων, η κατάσταση είναι αισθητά βελτιωμένη, καθώς οι ασθενείς έχουν πλέον πρόσβαση στα φάρμακά τους από το φαρμακείο της γειτονιάς, χωρίς καθυστερήσεις και αναμονή στις ουρές. Χάρη στη σημαντικότατη συνεισφορά της Βιομηχανίας, η οποία συμφώνησε στην παροχή σημαντικών εκπτώσεων προς τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας, αλλά και με τη σημαντική συνεισφορά των ασθενών στο συνολικό κόστος, η πρωτοβάθμια φαρμακευτική φροντίδα στο ΓεΣΥ εφαρμόζεται, κατά γενική ομολογία, επιτυχώς. Ορισμένες περαιτέρω βελτιώσεις θα μπορούσαν να γίνουν σε ό,τι αφορά τον τρόπο συμμετοχής των ασθενών στο κόστος και την ενίσχυση του καταλόγου, με την προσθήκη περισσότερων εξωνοσοκομειακών φαρμάκων.

Στασιμότητα στη β’ φάση

Στη δευτεροβάθμια περίθαλψη, ωστόσο, πέντε χρόνια μετά, η παρατεταμένη στασιμότητα σε διάφορα σημαντικά ζητήματα που αφορούν τα φάρμακα προκαλεί πλέον φανερά δυσλειτουργίες. Παρά τις εκκλήσεις και παραινέσεις αρμοδίων και πρωτίστως των συνδέσμων ασθενών για την υιοθέτηση και εφαρμογή, από τον ΟΑΥ, κατευθυντήριων οδηγιών/θεραπευτικών πρωτοκόλλων ώστε να ενταχθούν και να είναι, εάν όχι όλα, έστω τα πλείστα καινοτόμα και ενδονοσοκομειακά φάρμακα διαθέσιμα στο σύστημα, εντούτοις σε αυτό το ζήτημα βρισκόμαστε ακόμη πολύ πίσω.

Για την ΚΕΦΕΑ και τις εταιρείες-μέλη της, η δεύτερη φάση υλοποίησης του συστήματος, η δευτεροβάθμια/τριτοβάθμια και ενδονοσοκομειακή φαρμακευτική περίθαλψη, αποτελεί το σημαντικότερο μέρος των παρεχόμενων υπηρεσιών, καθώς αφορά και τους πλέον ευάλωτους ασθενείς. Ως εταιρείες έρευνας και ανάπτυξης νέων καινοτόμων φαρμάκων έχουμε ως στόχο τα φάρμακά μας να φθάνουν στους ασθενείς όταν τα χρειάζονται, ακολουθώντας κατά γράμμα, τις ομολογουμένως χρονοβόρες, υψηλού κόστους διαδικασίες έρευνας, ανάπτυξης και αδειοδότησής τους.

Η σημασία των θεραπευτικών πρωτοκόλλων

Σημαντικότερη παράμετρος στη διαδικασία ένταξης ενός φαρμάκου στο σύστημα υγείας είναι η κλινική αξιολόγηση και ενσωμάτωσή του σε ένα θεραπευτικό πρωτόκολλο. Διαχρονική και πάγια θέση της ΚΕΦΕΑ είναι πως η κλινική αξιολόγηση των φαρμάκων και η δημιουργία ή η υιοθέτηση κατευθυντήριων οδηγιών/θεραπευτικών πρωτοκόλλων θα πρέπει να γίνεται ανεξάρτητα και να μην υπάγεται με οποιοδήποτε τρόπο στον ΟΑΥ. Αυτό προτάσσουν οι κανόνες διαφάνειας και αμεροληψίας.

Η συμβολή και η συμμετοχή του ιατρικού κόσμου και ειδικότερα των επιστημονικών σωμάτων του, ανά περίπτωση, σε αυτές τις διαδικασίες είναι απολύτως απαραίτητη και πλέον, καθώς αυτή η εκκρεμότητα οδηγεί, όπως βλέπουμε, σε αδιέξοδα, είναι και αναγκαία. Τα θεραπευτικά πρωτόκολλα θα πρέπει να διαμορφώνονται στη βάση της διεθνώς αποδεκτής κλινικής πρακτικής, των ιατρικών/κλινικών αναγκών των ασθενών, των εγκεκριμένων ενδείξεων κάθε προϊόντος και σίγουρα όχι με βάση τα όποια οικονομικά δεδομένα. Η οικονομική αξιολόγηση έπεται πάντα της κλινικής αξιολόγησης και θα πρέπει να γίνεται από διαφορετικό Σώμα.

Ως φαρμακευτική βιομηχανία έχουμε επιδείξει όλα αυτά τα χρόνια την πλέον εποικοδομητική στάση, ωστόσο, δεν μπορούμε να αποδεχθούμε και να συναινέσουμε σε χρήση των φαρμάκων μας εκτός των διεθνώς αποδεκτών κατευθυντήριων οδηγιών και των εγκεκριμένων ενδείξεων τους, αφού κάτι τέτοιο θα αποτελούσε τεράστιο σφάλμα, με αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στον τόπο μας.

Η φαρμακευτική βιομηχανία, αντιλαμβανόμενη το πρόβλημα με τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στους χρόνους ένταξης νέων φαρμάκων στα συστήματα υγείας, έχει αναλάβει τη δέσμευση ότι θα καταθέτει αιτήσεις για την ένταξη φαρμάκων στα εθνικά συστήματα υγείας, εντός δυο ετών από την εξασφάλιση έγκρισης από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων. Το στοιχείο αυτό αποδεικνύει και έμπρακτα την επιθυμία της φαρμακοβιομηχανίας να παρέχεται πρόσβαση σε όλα τα φάρμακα στους ασθενείς σε κάθε χώρα. Η βούλησή μας αυτή, ωστόσο, σκοντάφτει στην κατά τόπους γραφειοκρατία και κωλυσιεργία των κρατών, που, εν προκειμένω στην Κύπρο, προκαλεί μεγάλη καθυστέρηση στην πρόσβαση των ασθενών στα πλέον σύγχρονα και αποτελεσματικά φαρμακευτικά σκευάσματα.

  • Πέντε χρόνια μετά την εφαρμογή του ΓεΣΥ, δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε σημαντικές πρόνοιες της νομοθεσίας οι οποίες μέχρι σήμερα παραμένουν ανεφάρμοστες!.

Τα χρονοδιαγράμματα που καθορίζονται από το νόμο, στις πλείστες -αν όχι όλες- των περιπτώσεων, δεν τηρούνται, γεγονός που εντείνει την αβεβαιότητα, την ανησυχία μας και δρα αποτρεπτικά ή ανασταλτικά σε ό,τι έχει να κάνει με την ένταξη νέων φαρμάκων. Πέντε χρόνια και δυστυχώς, σχεδόν ανάλογες υπουργικές θητείες μετά, εξακολουθεί να εκκρεμεί ο διορισμός, η σύσταση και η λειτουργία του Αναθεωρητικού Συμβουλίου Φαρμάκων, που προνοείται ρητά από τη νομοθεσία και που, αν υπήρχε, θα διευκόλυνε σημαντικά την ένταξη φαρμάκων στο ΓεΣΥ, στις περιπτώσεις άρνησης, από τον ΟΑΥ, της ένταξης ενός φαρμάκου στο σύστημα υγείας.

Στην παρούσα χρονική στιγμή, χρειάζονται δραστικές αποφάσεις και ενέργειες σε πολιτειακό επίπεδο, καθώς ο συσσωρευμένος όγκος φαρμάκων προς αξιολόγηση επιτείνει το πρόβλημα. Έχοντας αναλάβει από φέτος μέρος του κονδυλίου της ΕΟΑ για την ένταξη καινοτόμων φαρμάκων στο ΓεΣΥ, ο ΟΑΥ οφείλει πλέον αποφασιστικά να πράξει τα δέοντα προκειμένου να ομαλοποιηθεί η κατάσταση και οι ασθενείς να αποφεύγουν τη βάσανο της προσφυγής σε μια επιτροπή για να προμηθευτούν ένα φάρμακο που μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στη θεραπεία τους.

Ως ΚΕΦΕΑ αναμένουμε από την πολιτεία να εγκύψει στα προβλήματα διάθεσης φαρμάκων της β’ φάσης στο ΓεΣΥ προκειμένου να προσφέρει στους πολίτες της Κύπρου, που συμβάλλουν άλλωστε με μερίδιο του εισοδήματός στον προϋπολογισμό του συστήματος, αυτό που δικαιούνται: άμεση και ταχεία πρόσβαση των ασθενών σε όλα τα φάρμακα.