ΠΙΣ-ΠΕΚ : Αδύνατον λόγω πρωτοκόλλων να διασφαλιστεί o ασφαλής και επαρκής εμβολιασμός

«Όταν ένας πληθυσμός 130,000 ατόμων σε ένα διάστημα δύο μηνών κληθεί να προσέλθει, εν μέσω έξαρσης της πανδημίας για εμβολιασμό, είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος πως η διασπορά της νόσου καθίσταται πλέον βέβαιη».

Με δεύτερη απαντητική επιστολή τους στον υπουργό Υγείας, η Παιδιατρική Εταιρεία Κύπρου και η Επιστημονική Επιτροπή του ΠΙΣ αναφέρουν:

«Θέμα: Θέσεις Παιδιατρικής Εταιρείας Κύπρου και Επιστημονικής Επιτροπής ΠΙΣ για τον εμβολιασμό έναντι της Εποχιακής Γρίπης 2021

Έντιμε κύριε Υπουργέ,

Κύριο μέλημα μας είναι η προστασία της δημόσιας υγείας, κατά τον πιο αποτελεσματικό τρόπο. Ως ιατροί που εφαρμόζουμε κλινικά τις όποιες αποφάσεις θεωρούμε υποχρέωση μας, εκεί και όπου εντοπίζουμε οφθαλμοφανείς κινδύνους, να τους επισημαίνουμε προς τις αρμόδιες αρχές. Ιδιαίτερα τώρα, υπό τις ιδιάζουσες συνθήκες λόγω της πανδημίας Covid-19, που απαιτούν ευελιξία και συστράτευση για την αντιμετώπιση της έκτακτης αυτής κατάστασης, σε κλίμα συνεργασίας, μακριά από τις όποιες αντιπαραθέσεις.

Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά τις μεταρρυθμίσεις και την αναδιοργάνωση που επιχειρείται με την εφαρμογή του Γενικού Συστήματος Υγείας. Όπως γνωρίζουμε επίσης και το εργασιακό καθεστώς που διέπει την άσκηση του λειτουργήματος μας από τα μέλη μας και το οποίο ουδέποτε αποτελούσε και δεν αποτελεί στοιχείο διαφορετικής αντιμετώπισης από μέρους μας, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, έναντι τους. Η συμβολή όλων των μελών μας καθώς και των στενών συνεργατών μας από τους παραϊατρικούς κλάδους στην αντιμετώπιση της πανδημίας δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν.

Ο κίνδυνος συγχρωτισμού και διασποράς της νόσου Covid-19 είναι όχι απλά υπαρκτός αλλά και δύσκολα διαχειρίσιμος. Όταν ένας πληθυσμός περίπου 130,000 ατόμων σε ένα διάστημα δύο περίπου μηνών κληθεί να προσέλθει, εν μέσω έξαρσης της πανδημίας και εκδήλωσης άλλων εποχικών ιογενών λοιμώξεων του αναπνευστικού, στους χώρους των ιατρείων των προσωπικών ιατρών για παιδιά, είτε ιδιωτών είτε του ΟΚΥΠΥ, για να εμβολιαστεί μαζικά και μάλιστα για ένα αριθμό από αυτά θα πρέπει να γίνει διπλή επίσκεψη (καθώς τα παιδιά κάτω των 8 ετών που εμβολιάζονται για πρώτη φορά με το εμβόλιο της γρίπης θα πρέπει να λάβουν δύο δόσεις) είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος πως το θέμα διασποράς της νόσου καθίσταται πλέον βέβαιη.

Η πιστή τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων που είναι επιβεβλημένη για την ασφάλεια τόσο των ασθενών όσο και του ιατρικού και παραϊατρικού προσωπικού είναι αδύνατον να διασφαλίσει τον έγκαιρο, ασφαλή και επαρκή εμβολιασμό όλων όσοι ορίστηκαν ως πληθυσμός που συνιστάται ο  εμβολιασμός για φέτος.

Η κατηγοριοποίηση του παιδικού πληθυσμού με βάση την παρουσία νόσων που να τα κατατάσσουν στις ευπαθείς ομάδες και τα οποία θα πρέπει να κληθούν κατά προτεραιότητα, απλά θα μεταθέσει τον μεγαλύτερο όγκο εμβολιασμού παιδιών σε ένα ακόμα μικρότερο χρονικό διάστημα.

Επιπρόσθετα η επιδημιολογική εικόνα της πανδημίας που διαρκώς επιδεινώνεται θα μετατρέψει ενδεχομένως την προσπάθεια μαζικού εμβολιασμού των παιδιών σε ανέφικτο στόχο καθώς θα εκτρέψει την προσοχή των ιατρών στην αντιμετώπιση των παθολογικών περιστατικών, εις βάρος των προληπτικών διεργασιών.

Τα ιστορικά δεδομένα και οι προηγούμενες καταναλώσεις δεν δικαιολογούν κατ΄ ουδένα τρόπο τον αριθμό των 135,000 εμβολίων που παραγγέλθηκαν καθώς φαίνεται πως δεν συνυπολόγισαν επαρκώς τις ανάγκες που προκύπτουν από τον επιπλέον πληθυσμό που ορθά έχει περιληφθεί φέτος  στις ομάδες που συνιστάται να χορηγηθεί το εμβόλιο γρίπης. Όταν για τον παιδικό πληθυσμό ο στόχος είναι να χορηγηθούν τουλάχιστον 130,000 εμβόλια τότε πως είναι δυνατόν να θεωρήσουμε πως θα επαρκέσουν τα 135,000 για όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό της χώρας που ανήκει στις ομάδες υψηλού κινδύνου ή στις ευπαθείς ομάδες; Τη στιγμή μάλιστα που η διαθεσιμότητα σε εμβόλια από ιδιωτικές πηγές είναι μικρή.

Απευθύνουμε για άλλη μια φορά την έκκληση μας όπως αντιμετωπιστεί το όλο ζήτημα με την δέουσα ευαισθησία και προσοχή. Στόχος και πρόθεση μας είναι η εποικοδομητική μας συμβολή στην προάσπιση της δημόσιας Υγείας και γνώμονας η ποιοτική και ασφαλής εξυπηρέτηση του ασθενούς».