Βελτιώνονται οι τεχνικές στη ρήξη ανευρίσματος – Παραμένει υψηλή η θνησιμότητα

Κρίσιμος είναι ο χρόνος της επέμβασης σε περίπτωση ρήξης ανευρίσματος στην κοιλιακή αορτή για την επιβίωση των ασθενών, όμως οι γυναίκες εδώ, δεν είναι και τόσο ανθεκτικές όπως δείχνουν οι μελέτες

«Παλικάρια» βγαίνουν οι άνδρες στα περισσότερα περιστατικά ρήξης ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής ανεξάρτητα από τη μέθοδο που εφαρμόζεται στο χειρουργείο (ανοικτή εγχείριση ή ενδοσκοπικά) με την ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα να φθάνει το 26,6% έναντι των γυναικών που φτάνει το 34,%, ενώ η οκταετής επιβίωση μετά την επέμβαση φτάνει στους άνδρες το 49,5% όταν στις γυναίκες περιορίζεται στο 36,7%.

Τα δεδομένα αυτά προκύπτουν από μελέτη που διεξήχθη σε 796 νοσοκομεία στις ΗΠΑ και τον Καναδά, και η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA. Η μελέτη διήρκεσε από την 1.1.2003 – 31.12.2019 σε 1160 γυναίκες και 4148 άνδρες που υποβληθηκαν σε επέμβαση για ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής. Οι γυναίκες ήταν μεγαλύτερες με μέση ηλικία τα 75,8 έτη, έναντι 71,7 ετών στους άνδρες και είχαν μικρότερη διάμετρο ανευρύσματος 68 χιλιοστών έναντι 78 χιλιοστών στους άνδρες.

Οι γυναίκες που υποβλήθηκαν σε επέμβαση για ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής είχαν υψηλότερα ποσοστά περιεγχειρητικής και 8ετούς θνησιμότητας μετά από ενδαγγειακή και ανοιχτή αποκατάσταση σε σύγκριση με τους άνδρες. Η μεγαλύτερη ηλικία και τα υψηλότερα ποσοστά χρόνιας νεφρικής νόσου στις γυναίκες συσχετίστηκαν με τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας.

Συγκεκριμένα το 61,9% των γυναικών είχαν χρόνια νεφρική νόσο έναντι 52,7% των ανδρών και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια το 35,5% έναντι 28,4%, ενώ οι άνδρες είχαν περισσότερες πιθανότητες να είναι ενεργοί καπνιστές 44,9% έναντι 40,3% και με στεφανιαία νόσο το 23,1% έναντι 17,6% των γυναικών.

Κλινική εικόνα

Περίπου το 60% των ασθενών μεταφέρθηκαν από άλλο νοσοκομείο για την επέμβαση και δεν διαπιστώθηκαν σημαντικές διαφορές στην ψυχική κατάσταση ή στα ποσοστά καρδιακής ανακοπής μεταξύ των ομάδων.

Οι γυναίκες είχαν μικρότερη διάμετρο ανευρύσματος και οι άνδρες είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν συνοδό ανεύρυσμα λαγόνιας αρτηρίας σε ποσοστό 29,6% έναντι 16,1% των γυναικών.

Χαρακτηριστικά της επέμβασης

Ο διάμεσος χρόνος από την έναρξη των συμπτωμάτων έως την χειρουργική τομή ή την πρόσβαση στο χειρουργείο δεν διέφερε σημαντικά και ήταν 7,8 ώρες για τις γυναίκες και 7 ώρες για τους άνδρες.

Ο τύπος επέμβασης (ενδαγγειακή έναντι ανοιχτής) ήταν παρόμοιος, με το 56,4% των γυναικών και το 57,5% των ανδρών να δέχονται ενδαγγειακή αποκατάσταση.

Για την ανοιχτή επέμβαση, η διάμεση εκτιμώμενη απώλεια αίματος ήταν 2725 mL για τις γυναίκες και 3000 mL για τους άνδρες.

Για την ενδαγγειακή αποκατάσταση η μέση εκτιμώμενη απώλεια αίματος ήταν 200 mL για τις γυναίκες και 150 mL για τους άνδρες.

Περιεγχειρητικά αποτελέσματα

Η ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα ήταν υψηλότερη στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες (34,4% έναντι 26,6%). Το ίδιο διαπιστώθηκε σε περαιτέρω έλεγχο της ηλικίας με την ομάδα των ασθενών άνω των 70 ετών, όπου η θνησιμότητα των γυναικών μέσα στο νοσοκομείο αυξήθηκε στο 38,4% έναντι 32,2% των ανδρών.

Η συνολική θνησιμότητα παρέμεινε υψηλότερη για τις γυναίκες και με την ενδαγγειακή αποκατάσταση  φτάνοντας το 26,6% έναντι 20,9%, πέρα από την ανοικτή αποκατάσταση που έφτασε το 44,5% έναντι 34,4%.

Οι γυναίκες είχαν χαμηλότερο ποσοστό εμφράγματος μυοκαρδίου (4% έναντι 5,8%).

Η ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα μειώθηκε με την πάροδο του χρόνου και για τα δύο φύλα:

  • στις γυναίκες (2003-2009: 46% έναντι 2015-2019: 33,3%) και
  • στους άνδρες (2003-2009: 33,9% έναντι 2015-2019: 26%).

Ωστόσο, οι γυναίκες είχαν υψηλότερη ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα σε σύγκριση με τους άνδρες σε κάθε περίοδο:

  • 2003-2009: 46% έναντι 33,9%,
  • 2010-2014: 34,5% έναντι 26,2%,
  • 2015-2019: 33,3% έναντι 26,0%.

Μακροπρόθεσμα αποτελέσματα

Οι γυναίκες είχαν χαμηλότερη 8ετή επιβίωση (36,7% έναντι 49,5%). Αυτή η διαφορά επιβίωσης υπήρχε για τις ενδαγγειακή αποκατάσταση (40,3% έναντι 53,9%) και την ανοιχτή επέμβαση (32,5% έναντι 44,2%).

Πραγματοποιήθηκε περαιτέρω ανάλυση για να εξεταστεί αν οι διαφορές θνησιμότητας επιμένουν μετά την περιεγχειρητική περίοδο και βρέθηκε ότι οι γυναίκες συνέχισαν να έχουν χαμηλότερη 8ετή επιβίωση και μετά την επιβίωση πέραν των 30 ημερών (57,4% έναντι 68,4%) όσο και με επιβίωση μετά την πάροδο 90 ημερών (61,8% έναντι 71,5% ).